συνοιδα

συνοιδα
    σύνοιδα
    σύν-οιδα
    (pf. со знач. praes.; fut. συνείσομαι - реже συνειδήσω, ppf. συνῄδειν - атт. συνῄδη; inf. συνειδέναι; part. συνειδώς)
    1) вместе (с кем-л.), т.е. также (у)знать
    

(τι Her., Thuc., Xen. и περί τινος Isocr.)

    συνοίδαμεν ὑμῖν ἐοῦσι προθυμοτάτοισι Her. — мы сами знаем, что вы чрезвычайно усердны;
    σ. τινὴ χρηστόν τι Her. — знать о чьих-л. славных делах;
    τίνα σύνοισθά μοι καλουμέντῃ;
    Aesch. — кого, по-твоему, я звала;
    σύνοιδέ μοι, εἰ ἐπιορκῶ Xen. — он может засвидетельствовать, ложна ли моя клятва;
    θνῄσκοντι συνείσῃ μοι Soph. — ты будешь свидетелем моей кончины;
    συνειδυίας τῆς γυναικὸς αὐτοῦ NT. — с ведома своей жены;
    συνιδόντες κατέφυγον NT. — узнав (об этом), они бежали

    2) сознавать
    

(σ. ἐμαυτῷ ἐψευσμένος αὐτόν Xen.)

    οὐ ξύνοιδα ἐμαυτῷ σοφὸς ὤν Plat. — я не считаю себя мудрецом;
    ξυνῄδειν ἐμαυτῷ οὐδὲν ἐπισταμένῳ Plat. — я сознавал, что ничего не знаю

    3) быть участником, сообщником
    

ξ. τὸ πρᾶγμα ἐργασμένῳ Soph. — соучаствовать в исполнении - см. тж. συνειδός и συνειδώς


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Полезное


Смотреть что такое "συνοιδα" в других словарях:

  • συνοίδα — συνοίδᾱ , σύν οἰδάω swell pres imperat act 2nd sg συνοίδᾱ , σύν οἰδάω swell imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύνοιδα — know perf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνόιδα — συνόῑδα , σύνοιδα know perf ind act 1st sg (aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύνοιδα — και αττ. τ. ξύνοιδα Α [οἶδα] 1. έχω συνείδηση, επίγνωση κάποιου πράγματος («τί φῄς; ξυνειδὼς οὐ φράσεις;», Σοφ.) 2. έχω συνείδηση, γνωρίζω ενδόμυχα κάτι (α. «ξύνοιδ ἐμαυτῇ πολλά δείν », Αριστοφ. β. «ὅταν καὶ μηδὲν σαυτῷ συνειδῇς ἐξαμαρτάνων»,… …   Dictionary of Greek

  • σύνοιδ' — σύνοιδα , σύνοιδα know perf ind act 1st sg σύνοιδε , σύνοιδα know perf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξυνειδότα — σύνοιδα know perf part act neut nom/voc/acc pl σύνοιδα know perf part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξυνῄδη — σύνοιδα know plup ind act 1st sg σύνοιδα know plup ind act 3rd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξυνίστων — σύνοιδα know perf imperat act 3rd dual σύνοιδα know perf imperat act 3rd pl ξυνί̱στων , συνιστάω BJ Prooem. imperf ind act 3rd pl ξυνί̱στων , συνιστάω BJ Prooem. imperf ind act 1st sg συνιστάω BJ Prooem. imperf ind act 3rd pl (homeric ionic)… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξύνιστε — σύνοιδα know perf imperat act 2nd pl σύνοιδα know perf ind act 2nd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνειδότα — σύνοιδα know perf part act neut nom/voc/acc pl σύνοιδα know perf part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνοίδασι — συνοίδᾱσι , σύνοιδα know perf ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»